Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΩΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΗ
Ο όρος shabby chic περιγράφωντας μία στυλιστική τάση της εσωτερικής διακόσμησης, αποτελεί μία σύγχρονη και ιδιαιτέρως δημοφιλή επιλογή επαναπροσδιορισμού διακόσμησης ενός χώρου. Το συγκεκριμένο διακοσμητικό στυλ ενώ ξεκίνησε την εμφάνισή του στη Μεγάλη Βρετανία το 18ο αιώνα, εμπνευσμένο από τις μεγάλες εξοχικές κατοικίες της αστικής τάξης εκείνης της εποχής, κατά κύριο λόγο αναδείχθηκε τη δεκαετία του 1980 από το περιοδικό World of Interiors, ενώ είχε εξαιρετικά μεγάλη απήχηση στη δεκαετία που ακολούθησε κυρίως σε μητροπολιτικά κέντρα με έντονη πολιτιστική δράση, όπως αυτά των San Francisco και Los Angeles.
Κύρια εκπρόσωπος αυτού του στυλ ήταν η σχεδιάστρια Rachel Ashwell, η οποία προκειμένου να δημιουργήσει οικεία και φιλόξενα περιβάλλοντα, συνδύαζε άκρως επιτυχημένα το οξύμωρο δίπολο φτωχού και πολυτελούς, σε κομμάτια επίπλων τα οποία μεταποιούσε. Αν και το shabby chic στυλ αποπνέει μία αντικέ αισθητική, ωστόσο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ακριβώς σε ποια χρονική περίοδο ανήκουν τα στοιχεία που το πλαισιώνουν.
Κυρίως ο χαρακτήρας του αποτελεί την αρμονική συνύπαρξη ετερόκλητων διακοσμητικών τάσεων. Επεξηγηματικά, ο συνδυασμός του τραχέος χαρακτήρα της rustic διακοσμητικής τάσης, και του απαλού, αιθέριου και ισορροπημένου ρομαντισμού, επιτυγχάνουν το κυριάρχο χαρακτηριστικό του shabby chic, το αποκαλούμενο wear and tear. Ο συγκεκριμένος όρος ο οποίος περιγράφει τη φυσική φθορά και γήρανση κατά τη μακροχρόνια χρήση αντικειμένων, αποτελεί και το μανιφέστο της “φτωχής και πολυτελούς” διακοσμητικής άποψης.
Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα, το συγκεκριμένο στυλ χρησιμοποιεί έπιπλα τα οποία πράγματι είναι αντίκες, καθώς έχουν υποστεί προφανή φθορά στο χρόνο, όπως είναι το ξεφλούδισμα της μπογιάς τους, αποκαλύπτοντας έτσι επιπλέον στρώσεις του εσωτερικού τους. Σε άλλη περίπτωση, θα μπορούσαν ακόμα και να χρησιμοποιηθούν έπιπλα χωρίς φυσικές φθορές, που όμως με κατάλληλες διεργασίες όπως το τρίψιμο θα αποδώσουν μία παλαιωμένη εικόνα. Παρ’ όλα αυτά και εκτός από το κυρίαρχο χαρακτηριστικό αυτής της τάσης, ως προς το χαρακτηρισμό ενός χώρου ως shabby chic, υπάρχει μία σωρία χαρακτηριστικών που θα πρέπει κάποιος να λάβει υπόψιν.
Η χρήση ήπιων, παστέλ και ουδέτρων χρωμάτων, όπως είναι το μπεζ, το λευκό, το ροζ καθώς επίσης και το απαλό γαλάζιο, αποδίδει μία φρεσκάδα και κομψότητα στο χώρο, ενώ οι ζωηρές αποχρώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν ενίοτε για την ανάδειξη των επίπλων.
Τα άνετα και κομψά επίσης υφάσματα, με πρωτοστάτες το βαμβάκι και το λινό, κατέχουν εξέχουσα θέση στις επιλογές για τη δημιουργία αυτού του στυλ. Και ενώ πιο πάνω αναφέρθηκε πως τα ουδέτερα χρώματα χρησιμοποιούνται κατ’ εξοχήν, τα floral patterns χρησιμοποιούνται εξίσουν ως επιλογές υφασμάτων, καθώς αναδεικνύουν τη ρομαντική και θηλυκή άποψη του shabby chic.
Τέλος, κάποια accessories τα οποία αποτελούν την τελευταία αλλά και πλέον απαραίτητη πινελιά προς την ολοκλήρωση μίας επιτυχούς shabby chic εικόνας, είναι οι πολυέλαιοι, οι πορσελάνες και κάποια ίσως μικροαντικείμενα τα οποία πλησιάζουν στη φιλοσοφία του Baroque ενσωματώνοντας κάποια περίτεχνα στολίδια – σκαλιστά και μή – επάνω τους.
Συμπερασματικά, η συγκεκριμένη διακοσμητική τάση, αποτελεί ένα στυλ που έχει τη δυνατότητα να συνδυάζει στοιχεία ετερογενών εποχών, αλλά και ταυτοχρόνως να προσφέρει στο χρήστη ένα νοσταλγικό ταξίδι σε καιρούς που δεν έχει τη δυνατότητα να ζήσει, απολαμβάνοντας τη ρομαντικότητα που εκλείπει από τη σύγχρονη απαιτητική καθημερινότητα.